Τρεις Ιεράρχες: προστάτες των γραμμάτων και των τεχνών
03a403c103b503b903c2-039903b503c103b1030103c103c703b503c2


Ανάμεσα στους πατέρες της Εκκλησίας που έζησαν τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, την πιο ψηλή θέση κατέχουν οι τρεις Ιεράρχες. Ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Η 30η  Ιανουαρίου από τα Βυζαντινά ακόμα χρόνια είναι αφιερωμένη στη μνήμη των Τριών μεγάλων πατέρων της εκκλησίας που δίκαια ονομάστηκαν φωστήρες, γιατί σκόρπισαν το φως της Πίστεως με τα θεόπνευστα και σοφά τους έργα. Οι τρεις Ιεράρχες δεν είναι μόνο οι διδάσκαλοι και υποστηρικτές της Χριστιανικής πίστης, αλλά και των Ελληνικών Γραμμάτων.

Έζησαν σε μια εποχή ταραχής και αβεβαιότητας. Η χριστιανική θρησκεία μόλις είχε ανακάμψει κάπως από τους διωγμούς και τις καταστροφές, ενώ την τάραζαν θανάσιμα οι διάφορες αιρέσεις. Βρέθηκαν οι Τρεις Ιεράρχες, γεμάτοι δύναμη, σύνεση και αγάπη για να δώσουν νέα δύναμη και λάμψη στην Ιερή θρησκευτική παράδοση.



Οι Τρεις Ιεράρχες πρώτευσαν σε όλους τους τομείς της πνευματικής ζωής. Κατέκτησαν με τον προσωπικό τους αγώνα και την βοήθεια της θείας Χάριτος τις κορυφές της αγιότητος και καλούσαν τους πιστούς να ανεβαίνουν στις ωραίες πνευματικές αναβάσεις.

Άσκησαν στον ύψιστο βαθμό την φιλανθρωπία και ανακούφισαν τον πόνο χιλιάδων αναξιοπαθούντων.

Δίδασκαν καθημερινά τους πιστούς αναλύοντάς τους τις θεόπνευστες αλήθειες της Πίστεώς μας και διαφωτίζοντάς τους για τα μεγάλα θέματα, που απασχολούν την ψυχή κάθε ανθρώπου.

Καθόρισαν συστηματικά την λειτουργική ζωή της Εκκλησίας, για να μπορούν να λατρεύουν οι πιστοί θεάρεστα τον Κύριο.

Συνέγραψαν θαυμάσια συγγράμματα, τα οποία ξεπέρασαν τη φθορά του χρόνου και ισχύουν και για τις μέρες μας. Ο εθνικός μας ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γράφει ότι με τα συγγράματά τους οι Τρεις Ιεράρχαι «απετελέσαν εποχήν λόγου νέαν, μεγάλην και ένδοξον διά το ανθρώπινον γένος» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. 2ος, μέρος Β’ σελ. 1, 6).

Πολύ εύστοχα ελέχθη γι’ αυτούς ότι ήταν «εύγλωττοι κατά τον λόγον, ευγλωττότεροι κατά τον βίον, ευγλωττότατοι κατά τον θάνατον».

Βασικό στοιχείο της αγιότητος και των τριών είναι ότι ήταν ασυμβίβαστοι με το κακό, την αμαρτία και την αίρεση. Δεν γνώριζαν τη γλώσσα των συμβιβασμών και της διπλωματίας. Προτιμούσαν να χάσουν τη θέση τους και αυτή τη ζωή τους, παρά να συμβιβαστούν σε θέματα αρχών και πίστεως. Δε σκέφτηκαν ποτέ εάν αντίπαλοί τους ήσαν αυτοκράτορες ή σοφοί διάφοροι ή ισχυροί κατά κόσμον. Έμειναν ακλόνητοι στην ορθή πίστη και ζωή αψηφώντας τις συνέπειες.

Εμείς, έπαρχε Μόδεστε, είπε στον απεσταλμένο του αρειανού αυτοκράτορα Ουάλη ο Μ. Βασίλειος, είμαστε ήρεμοι και πράοι άνθρωποι και υποχωρούμε όταν πρόκειται για προσωπικά μας θέματα. Όταν όμως πρόκειται για την πίστη μας στον Θεό, «
ταν Θεός τό κινδυνευόμενον» δεν υπολογίζουμε τίποτε, αγωνιζόμαστε μέχρι θανάτου, χωρίς να φοβόμαστε οποιοδήποτε βασανιστήριο. «κουέτω τατα καί βασιλεύς». Να τα πεις και να τ’ ακούσει αυτά κι ο βασιλιάς (PG 36, 561).

Και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, αφού νίκησε τους αρειανούς και πήρε πίσω τους Ναούς της Κωνσταντινούπολης, που τους είχαν καταπατήσει αυτοί, και ενώ είχε φίλο του τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο τον Μέγα και μαζί του το μεγαλύτερο μέρος του πιστού λαού, όταν μερικοί ζηλόφθονες επισκόπου αμφισβήτησαν την εκλογή του, παρητήθη αμέσως. Δε θέλησε να έλθει σε συμβιβασμούς με μοχθηρούς ανθρώπους. Παρητήθη και από την προεδρία της Β’ Οικουμενικής Συνόδου και από τον Πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Αντί της θέσεως προτίμησε την ακεραιότητα και το ασυμβίβαστο του χαρακτήρος του. Δεν γνώριζε τους διπλωματικούς ελιγμούς, αλλά γνώρισμά του ήταν όπως έγραφε, το «μή παρασυρ
ναι», να μη παρασύρεται και να έχει «παρρησίαν» (PG 37, 32-33).

Και ο ιερός Χρυσόστομος, όταν έγινε Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και θέλησε να καθαρίσει την Εκκλησία από αναξίους κληρικούς, οι οποίοι είχαν την προστασία της αυτοκράτειρας Ευδοξίας, δεν εδίστασε να ελέγξει και την αυτοκράτειρα  για τη ζωή της. Δεν συμβιβάστηκε μαζί της. Γι’ αυτό και εξορίστηκε και πέθανε εξόριστος μέσα σε αφάνταστες κακουχίες, με πνεύμα όμως απτόητο και αδούλωτο. Χαρακτηριστικό του γενναίου και ασυμβίβαστου φρονήματός του βλέπουμε στην ομιλία, που εκφώνησε φεύγοντας για την εξορία: «Πολλά τά κύματα καί χαλεπόν τό κλυδώνιον
· λλ’ ο δεδοίκαμεν (δεν φοβόμαστε) μή καταποντισθμεν· πί γρ τς πέτρας στήκαμεν. Μαινέσθω θάλασσα, πέτραν διαλσαι ο δύναται· γειρέσθω τά κύματα, το ησο τό πλοον καταποντίσαι οκ σχύει» (PG 52, 427).

Τέτοιους άγιους, γενναίους και ασυμβίβαστους με το κακό και την αίρεση εκκλησιαστικούς ηγέτες χρειαζόμαστε και σήμερα. Και ας παρακαλούμε την Ιδρυτή της Εκκλησίας μας να μας τους χαρίζει.

Πηγή: http://www.xfd.gr/εορτολόγιο/συναξαριστής/ιανουάριος/οι-τρεις-ιεράρχες-ασυμβίβαστοι (26-01-2013)

9935181